- μνημοτεχνικός
- -ή, -ό [μνημοτέχνης)1. αυτός που συντελεί στην απομνημόνευση ή στην υπενθύμιση, αλλ. μνημονικός («μνημοτεχνική λέξη»)2. το θηλ. ως ουσ.) η μνημοτεχνικήη τέχνη τής ενίσχυσης της μνήμης με διάφορα μέσα, μνημονευτική, μνημονική.
Dictionary of Greek. 2013.